- ἀποκογχίζω
- ἀποκογχίζω,A draw out with a
κόγχη 1.2
, Dsc.1.30.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
κόγχη 1.2
, Dsc.1.30.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ἀποκόγχισον — ἀποκογχίζω draw out with a aor imperat act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποκογχίσας — ἀποκογχίσᾱς , ἀποκογχίζω draw out with a aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)